8 Οκτ 2012

Κωνσταντινούπολη 2004-Αθήνα 2012


Με αφορμή τις αυριανές απαγορεύσεις συνάθροισης, θυμήθηκα ένα παλιό άρθρο (του 2004), όπου περιγράφω την ατμόσφαιρα στην Κωνσταντινούπολη εν όψει της τότε Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ. Οποιαδήποτε ομοιότητα με την Αθηνα του 2012 δεν είναι καθόλου συμπτωματική. Για το αρχείο να σημειωθεί ότι παρά τις απέλπιδες προσπάθειες μας, δεν καταφέραμε με το κ2 να φτάσουμε στην πορεία.



Μια Πόλη φάντασμα, με μνήμες αλλοτινές. Εν μια νυκτί, δρόμοι κλειστοί, απαγόρευση κυκλοφορίας, αστυνομικά μπλόκα, κανένα όχημα, ελάχιστοι πεζοί, μόνο περιπολικά, πολεμικά πλοία σε παράταξη, πολεμικά αεροπλάνα και ελικόπτερα σε επιφυλακή, ελεύθεροι σκοπευτές, μικρά στρατόπεδα συγκέντρωσης, χωρίς πρόσβαση, χωρίς διέξοδο. Νεκρική σιγή. Φόβος, απορία, σάστισμα, έκπληξη, αιφνιδιασμός στα πρόσωπα των λιγοστών ανθρώπων. 

Μέρες αδέσποτες, αίσθηση δυσάρεστης αναμονής. Τίνος πράγματος; Δεν είναι πραξικόπημα, δεν ξανάρχονται οι Γερμανοί, δεν είναι ταινία επιστημονικής φαντασίας, ούτε βίαιη ανατροπή της εξουσίας. Είναι η εξουσία. Η νέα μορφή παγκοσμιοποιημένης εξουσίας. Μέρες Κωνσταντινούπολης στη Σύνοδο Κορυφής το ΝΑΤΟ. 

Κι ενώ η Πόλη κοιτάζει τρομαγμένα πίσω από τις γρίλιες, αναμένοντας το αναπόφευκτο κακό, την τρομοκρατική επίθεση, τον πυρηνικό όλεθρο, τους βομβιστές, τα τανκς, τον καύσωνα (όλα σε περιτύλιγμα πολυτελείας από τα ΜΜΕ), οι 26 ηγέτες κυκλοφορούν με τα καλά τους στους άδειους δρόμους, διαβάζοντας τα "αυθόρμητα" συνθήματα που έχουν αναρτηθεί απανταχού της Πόλης "Welcome to Istanbul". Ο Τούρκος πρωθυπουργός αναφέρεται στην ιστορική τουρκική φιλοξενία, που απλόχερα απολαμβάνουν οι καλεσμένοι του. Την ίδια στιγμή ο πλανητάρχης εκφωνεί λόγο στο πανεπιστήμιο του Galatasaray, εκθειάζοντας την αξία της ελευθερίας και της δημοκρατίας, ενώ τα πολεμικά ελικόπτερα πετάνε πάνω από τα κεφάλια του "ελεύθερου κόσμου" και τα αστυνομικά μπλόκα μου κάνουν τρεις φορές σωματικό έλεγχο (άπαξ ανά 50 μέτρα) μέχρι να φτάσω στο μπακάλικο της γειτονιάς μου. Κάθε φορά ρωτάω ευγενικά τι συμβαίνει, για να λάβω, εξίσου ευγενικά, την ίδια απάντηση: "Μα δε βλέπετε τι γίνεται; Τόσες επιθέσεις, τόσοι τρομοκράτες μ' αυτή τη Σύνοδο. Αντί να περιμένετε σπίτια σας να περάσει, κυκλοφορείτε σα να μη συμβαίνει τίποτα και ταλαιπωρείστε κι εσείς κι εμείς". Ομολογώ ότι δεν το είχα αξιολογήσει έτσι. Είμαι πράγματι ελεύθερη, σχεδόν αναγκασμένη να πιστέψω στην αξία του τρόμου, είμαι ελεύθερη να πανικοβληθώ με τους τρομοκράτες που ζουν ανάμεσά μας, ελεύθερη να κλειστώ σπίτι μου και να δω στην τηλεόραση πώς θα ήταν η ζωή μου αν υπήρχε, και φυσικά απολύτως ελεύθερη να παραδώσω, βίαια σχεδόν, και την τελευταία ρανίδα αξιοπρέπειας σε δημοκρατικούς καιρούς, στα ιδρωμένα χέρια του οργάνου της τάξης, που καίγεται κάτω από τον μεσογειακό ήλιο, πλην όμως παράγει περήφανα έργο. Μέρες παρωδίας... 

Πολλά μπορούν να ειπωθούν σε σχέση με το πιο πάνω θέατρο του παραλόγου. Ας σταθούμε ωστόσο, χάριν οικονομίας, σε δυο πολύ σημαντικά ζητήματα. Πρώτον, στη στάση της εξουσίας με αφορμή ανάλογες συνόδους, και δεύτερον την αντίδραση των πολιτών. Ως προς την ηγεσία, σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά, είναι εμφανής η αποξένωσή της από τον κόσμο. Απόδειξη οι εικόνες της Συνόδου που έκαναν το γύρο του κόσμου προβεβλημένες ως κάτι σχεδόν τετριμμένο: μια αίσθηση ερήμου παντού, ηγέτες φερμένοι από το πουθενά, συνεδριάζουν, διασκεδάζουν, αποφασίζουν με βάση το πρωτόκολλο σε άδειες πόλεις, φροντίζοντας πολύ προσεκτικά να μην έρθουν σε επαφή με καμία καθημερινότητα, κανένα φυσιολογικό ρυθμό ζωής, και κυρίως καμία μορφή ανθρώπινης αντίδρασης. Θεωρώντας προφανώς δεδομένη όχι μόνο τη μη αντίδραση του κόσμου, αλλά και την a priori αποδοχή των όποιων αποφάσεων χάραξης πολιτικής, οι ηγεσίες λαμβάνουν ανερυθρίαστα βαθιά αντιδημοκρατικά μέτρα, τόσο πρακτικά (καταστολή αντιδράσεων κατά τη διάρκεια της Συνόδου), όσο και ουσιαστικά, ως προς τις πολιτικές αποφάσεις του ίδιου του οργανισμού. Η a priori νομιμοποίηση που θεωρούν ότι απολαμβάνουν βασίζεται στους εξής μηχανισμούς: καταρχάς στην εκ βάθρων διαστρέβλωση καθολικά αποδεκτών όρων (δημοκρατία/ελευθερία κλπ), και, δεύτερον, στη λαϊκιστική παραπλάνηση του κόσμου ως προς την αδήριτη ανάγκη εφαρμογής συγκεκριμένων ιμπεριαλιστικών πολιτικών, απευθυνόμενοι βασικά στο θυμικό και όχι στην λογική του. 

Το ζήτημα επαναπροσδιορισμού όρων θετικών par excellence, άρα και καθολικά αποδεκτών, έγκειται στον εντελώς αυθαίρετο καθορισμό τους από μεσσιανικούς ηγέτες τύπου Μπους. Ο ψυχολογικός μηχανισμός είναι απλός: στην υπεραπλουστευτική λογική τέτοιου είδους, το τρίπτυχο Δημοκρατία - Ελευθερία - Πολιτισμένος κόσμος είναι εξ ορισμού "καλό". Ανεξάρτητα από το πώς θα ορίζεται το περιεχόμενό τους, οι έννοιες αυτές συνεχίζουν να παραπέμπουν σε κάτι γενικά και αόριστα "καλό και θετικό". Στη λογική της τρομοϋστερίας και της χυδαίας απλοποίησης των πάντων, η όποια ιδεολογία ή πολιτική νομιμοποιείται αυτόματα και καθαγιάζεται στη συνέχεια, όσο ιμπεριαλιστική, ξενοφοβική, ρατσιστική ή φανατική και αν είναι, στο όνομα της δημοκρατίας. Έχοντας λοιπόν αυθαίρετα ορίσει το περιεχόμενο αυτών των όρων, και κατ'επέκταση εαυτούς ως φορείς τους, ως το "απόλυτο καλό", η αντιπαραβολή πρέπει να γίνει αντίστοιχα με το απόλυτο κακό, δηλαδή τους απολίτιστους αλλόθρησκους / βάρβαρους / αδαείς ή οτιδήποτε άλλο μας αρέσει. Η ρητορική δεν είναι καινούρια και μάλλον δεν βασίζεται καν σε πολιτικούς, αλλά σε ηθικούς/ηθικολογικούς όρους. Όλο το σενάριο ελάχιστα διαφέρει ουσιαστικά από την "αποστολή εκπολιτισμού" των αποικιοκρατικών δυνάμεων, που βασιζόταν στον χυδαίο διαχωρισμό οριενταλιστικού τύπου "εμείς και οι βάρβαροι". "Εμείς" ξέρουμε τι είναι καλό / ηθικό / ωφέλιμο, και προσπαθούμε να το επιβάλουμε με όποιον τρόπο στη βάρβαρη ανατολή. Εστιάζω πάλι στην ηθική διάσταση του ζητήματος, η οποία συνήθως αποπροσανατολίζει από την αντίστοιχη πολιτική και οδηγεί τεχνητά σε λογικά αδιέξοδα. 

Αυτό όμως δεν αρκεί, ακριβώς γιατί δεν ζούμε πλέον στην εποχή της παραδοσιακής αποικιοκρατίας. Ο κόσμος δεν πρέπει μόνο να πειστεί για το "δίκαιο του αγώνα", αλλά και να στηρίζει ενεργά αυτή την πολιτική. Ο μοναδικός τρόπος να επιτευχθεί μια τέτοια ευρεία συναίνεση, αλλά και ανέξοδη καταστολή μεγάλου μέρους αντίδρασης, είναι η εξίσου κλασική προσφυγή στην κινδυνολογία, τον συναισθηματικό φανατισμό, η επίκληση του πιο βασικού ενστίκτου: της αυτοσυντήρησης. Γιατί αυτό; Γιατί κινδυνεύουμε! Οι τρομοκρατικές επιθέσεις, οι βομβιστικές ενέργειες, οποιαδήποτε υπόνοια αταξίας ή ταραχής, τροφοδοτεί τη ρητορική του κινδύνου, αλλά και νομιμοποιεί τα αντιδημοκρατικά μέτρα που λαμβάνονται σε ευρεία κλίμακα, τον αυξανόμενο περιορισμό των ατομικών ελευθεριών, τη συρρίκνωση της προστασίας των προσωπικών δεδομένων. Όλοι κινδυνεύουμε, ο καθένας ξεχωριστά, και όλοι μαζί σε συλλογικό επίπεδο. Η παντελής αδυναμία μας να αντιδράσουμε μεμονωμένα, να προστατευθούμε, να συνεχίσουμε να ζούμε φυσιολογικά, επιβάλλει και πυροδοτεί την απόλυτη καταστολή, τον επεκτατισμό, τον φαύλο κύκλο του φανατισμού και της μισαλλοδοξίας. Η παγκόσμια ασφάλεια ανάγεται σε απόλυτη αξία, στο βωμό της οποίας σφαγιάζεται η ελευθερία και κατακρεουργείται η σκέψη. Η καθοριστική συμβολή του "πολιτισμένου κόσμου" στην αστάθεια και την αναπαραγωγή του τρόμου φυσικά αποσιωπάται έντεχνα, γιατί η ασφάλειά μας είναι πολύ εύθραστη για να επιδέχεται κριτική η πολιτική που την διασφαλίζει. 

Παρά τον απλοϊκό και εντελώς λαϊκιστικό μηχανισμό της εξουσίας να νομιμοποιεί τεχνηέντως πολιτικές στη συνείδηση του κόσμου, η αντίσταση δεν φαίνεται πολύ ισχυρή. Κι εδώ ερχόμαστε στο δεύτερο ζήτημα, αυτό της αντίδρασης της βάσης. Παρά τις πραγματικά φασιστικές μεθόδους πρόληψης της αντίδρασης με αφορμή την ασφάλεια στην Πόλη (τριήμερη απαγόρευση κυκλοφορίας, γκετοποίηση του κέντρου με αστυνομικά μπλόκα, διακοπή οποιασδήποτε συγκοινωνίας μεταξύ των δυο πλευρών του Βοσπόρου σε άτακτα χρονικά διαστήματα -- και όλα αυτά χωρίς καμία ειδοποίηση) η πλειονότητα του κόσμου μάλλον δεν αντέδρασε όπως θα φανταζόταν ο καλόπιστος παρατηρητής. Όταν τόλμησα να παραπονεθώ δημόσια για τα μέτρα ασφαλείας, που δεν μου επέτρεπαν όχι μόνο να φτάσω στην πορεία διαμαρτυρίας κατά του ΝΑΤΟ, αλλά ούτε καν να βγω από τα σύνορα της "Δημοκρατίας του Πέρα", φίλος Τούρκος μου αντέταξε ενοχλημένος: "Και τι είναι προτιμότερο, να διαμαρτύρεσαι εσύ ελεύθερα ή να θρηνούμε 300 θύματα από βομβιστική επίθεση;". Το επιχείρημα είναι καταλυτικό στη συνείδηση του πολίτη, ανεξαρτήτως εθνικότητας. Η πλειοψηφία είναι πεπεισμένη ότι κινδυνεύει και δεν ενοχλείται να ενδώσει, προσωρινά όπως φροντίζουν να με καθησυχάσουν, στα πιο σκληρά αστυνομικά / στρατιωτικά μέτρα, με αντάλλαγμα το δικαίωμα να περιφέρεσαι νεκροζώντανος στις προβλεπόμενες ζώνες, αλλά τουλάχιστον όχι κλινικά νεκρός. Ο κόσμος αντιδρά ενστικτωδώς και θυμικά δίνοντας εύπεπτες απαντήσεις σε λανθασμένες ερωτήσεις. Αντί να αναρωτηθούμε τι προκαλεί την τρομοκρατία, σε τι αντιδρά ο κόσμος, αντί να θέσουμε το φαινόμενο στον πραγματικό του χωροχρόνο, στη σχέση δράσης-αντίδρασης της τρομοκρατίας με τον "πολιτισμένο κόσμο", την ανατροφοδότηση των δύο, και να προβούμε σε μια κριτική του συστήματος της βίας που ασκείται εκατέρωθεν, μας είναι πιο απλό να ταχθούμε στο πλευρό της "καλής" βίας, και να συνεχίσουμε να τροφοδοτούμε παθητικά τον φαύλο κύκλο. Η δική μας βία τουλάχιστον έχει καλό σκοπό. Υποβαλλόμενη λοιπόν στο ψευτοδίλημμα "ασφάλεια ή τρομοκρατία", η πλειονότητα της βάσης χάνει και την ουσία του θέματος, που είναι στην προκειμένη περίπτωση το ΝΑΤΟ και οι πολιτικές που ακολουθεί. Μέσα στην τρομοϋστερία λίγο ασχολούμαστε με τη σημασία του οργανισμού και τις αποφάσεις που πήρε στη διάρκεια της Συνόδου. 

Υπάρχει φυσικά και η μειοψηφία που αντιδρά. Οι λίγοι που θέλησαν να διαδηλώσουν κατά του ΝΑΤΟ, και οι ακόμα λιγότεροι που τα κατάφεραν, ελάχιστα μηνύματα αντίστασης μπόρεσαν να περάσουν. Η αλήθεια είναι ότι στην οργανωμένη πορεία αποφεύχθηκαν τα επεισόδια τόσο από τους διαδηλωτές όσο και από την αστυνομία. Ο Τούρκος πρωθυπουργός μάλιστα δήλωσε ικανοποιημένος για την μερίδα του κόσμου που εξέφρασε ειρηνικά και ελεύθερα την αντίθεσή της. Φαντάζομαι ότι αναφερόταν στους μόνιμους κατοίκους της περιοχής που γινόταν η πορεία, καθότι ήταν σχεδόν οι μόνοι που μπόρεσαν να φτάσουν μέχρι εκεί ανεμπόδιστοι από την γενική απαγόρευση κυκλοφορίας. Φαντάζομαι επίσης ότι είχε κάθε λόγο να είναι ικανοποιημένος από τα μηνύματα που εξέπεμψε η πορεία: σύγχυση και γενικό πανηγύρι. Χρώματα, σημαίες, αόριστα συνθήματα, χορός και καθολική ευθυμία. Ισλαμιστές και τροτσκιστές, εθνικιστές και κομμουνιστές, Γκρίζοι Λύκοι και αριστεριστές πάσης φύσεως, ένα πολύχρωμο πλήθος όπως θα έλεγε πιο εκφραστικά ο Νέγκρι, φώναζε ο καθένας τα δικά του και όλοι μαζί κατά του Μπους. Καθόλου κακή παρουσία για διαδήλωση. Για ουσία όμως; Τι κοινό είχε όλο αυτό το ετερογενές πλήθος; Προφανώς τη δυσαρέσκεια. Και τι άλλο; Μάλλον τίποτα. 

Πόσο αποτελεσματικό είναι όμως ένα κοινό σημείο που ορίζεται μόνο αρνητικά; Ελάχιστα, φοβάμαι. Ακόμα και πολύ μεγαλύτερες, πολύ πιο μαζικές, οργανωμένες και ελπιδοφόρες διαδηλώσεις (μην ξεχνάμε τις τεράστιες αντιπολεμικές διαδηλώσεις απανταχού της γης τον Φεβρουάριο του 2003), δεν έφεραν το προσδοκώμενο αποτέλεσμα, γιατί πολύ απλά δεν τέθησαν ποτέ συγκροτημένοι στόχοι. Όλοι είμαστε κατά του πολέμου, όλοι φωνάξαμε γι'αυτό, αλλά ποια ήταν η εναλλακτική λύση που προτείναμε σε συλλογικό επίπεδο; Εκεί που σταματάει το πάθος της πορείας, συνεχίζεται η γνωστή και ελάχιστα διαφοροποιημένη καθημερινότητά μας. Το ίδιο επαναλήφθηκε σε μικρότερη διάσταση στην Πόλη. Όλοι ήταν κατά του ΝΑΤΟ, αλλά χωρίς συνέχεια, χωρίς κοινή εναλλακτική πρόταση, και γι'αυτό χωρίς ειρμό. 

Τι μπορεί να γίνει όμως για να αποκτήσει νόημα η αντίδραση, πού να αναζητηθεί η εναλλακτική πρόταση; Το μεγαλύτερο όπλο αυτής της παγκόσμιας εξουσίας σήμερα είναι ότι προτείνει μια ολοκληρωμένη θέση, όσο απλοϊκή, διάτρητη ή αδύναμη στην κριτική και να φαίνεται. Η αριστερά δεν έχει μέχρι σήμερα καταφέρει να συνθέσει μια σοβαρή εναλλακτική πρόταση τόσο στον νεοφιλελευθερισμό όσο και στις σοσιαλδημοκρατικές εκφάνσεις του, είτε γιατί ξοδεύεται σε μια ανούσια, παρελθοντολογική ρητορική, είτε γιατί παγιδεύεται στα επιμέρους. Δεν λείπουν σοβαρές αναλύσεις, κριτικές του υπάρχοντος ασφυκτικού συστήματος, φωνές διάσπαρτες. Η σύνθεση λείπει ενός σοβαρού όλου, οι νέοι "οργανικοί διανοούμενοι", άνθρωποι ικανοί να καταρτίσουν μια ολοκληρωμένη αντιπρόταση στον σημερινό παραλογισμό, και συγκροτημένα πια όχι μόνο να κρίνουν, αλλά κυρίως να διεκδικούν. Μόνο όταν η αντίδραση οριστεί και θετικά (όχι μόνο κατά της υπάρχουσας κατάστασης αλλά και υπέρ μιας άλλης), μόνο όταν το πολύχρωμο πλήθος πάψει να παραπέμπει σε μεμονωμένες ανθρώπινες κουκίδες αλλά σε συλλογικότητα, τότε μόνο ένας άλλος κόσμος θα είναι εφικτός. 

11 Απρ 2012

Το πουκάμισο το θαλασσί

Σήμερα φοράω θαλασσί πουλόβερ. Με παλ γαλάζιο φουλάρι. Το πιο άνετό μου τζιν και γαλάζια αθλητικά με λυτά κορδόνια. Νομίζω ότι θα σου αρέσει αν το δεις. Ίσως να εγκρίνεις, το πουλόβερ έστω. Σκέφτηκα το ροζ κουφετί που είναι το αγαπημένο σου χρώμα, αλλά αυτό είναι το κατώτατο όριό μου στην κλίμακα του παλ. Για το χαχόλικο τζιν θα στραβώσεις σίγουρα. Και θα μαλώσουμε. Πάλι. Εσύ με τη γκρίνια της άθλιας αμφίεσης, εγώ με τη λύσσα του αυτονόητου χύμα. Θα περάσει το δικό μου. Θα μου κρατήσεις μούτρα. Και θ' αναπολήσεις τον καιρό που δεν έφερνα αντιρρήσεις και φορούσα πειθήνια ό,τι μου διάλεγες, και σ' ακολουθούσα όπου με πήγαινες, και έπινα το ζαχαρούχο νουνού που σιχαινόμουν (αλλά δε στο ΄λεγα), και μετά ελληνικό γλυκό με γάλα που τον λέγαμε "καφέ βιενουά", κι έπαιρνα αγόγγυστα τηλέφωνο τη θεία Κατίνα τις Κυριακές γιατί έτσι είναι το πρέπον, και έτρωγα ό,τι μου έφτιαχνες. Αυτό το τελευταίο ακόμα ισχύει και το ξέρεις. Πάντα τρώω ό,τι μου φτάχνεις, ας είναι κι αλατόνερο.

Και μετά θα με ρωτήσεις τι θέλω να μαγειρέψεις γιατί ακόμα και τα πνεύματα αντιλογίας έχουν δικαίωμα σ' ένα καλό γεύμα. Το μόνο που υποτιμάς στο μονόλογο είναι η μαγειρική σου δεινότητα. Όλα τα υπόλοιπα τα υπερασπίζεσαι με πάθος ιεραποστόλου. Και ποια είμαι εγώ που θα σ' αμφισβητήσω, που δεν ξέρω από πού βγαίνει ο ήλιος, που ίδια η επαναστάτρια η μάνα μου είμαι, που ευτυχώς που πήρα τη ρητορική δεινότητα του πατέρα μου, αλλά σιγά μη μου βγει σε καλό με τα μυαλά που κουβαλάω, αλλά έτσι είναι οι σημερινοί νέοι, αχάριστοι κι εγωιστές. Που όλα έτσι ξεκινάνε. Πρώτα πετάν στα σκουπίδια τις ενδυματολογικές συμβουλές των σοφότερων και μετά αρχίζουν το κάπνισμα, μετά το ποτό, μετά τα ναρκωτικά, και μετά παίρνουν τον κακό το δρόμο. Πάντα με την αυτή σειρά και πάντα με την αυτή κατάληξη.

Εντάξει, υπάρχουν και τα άλλα. Που βγαίνεις στο μπαλκόνι να προλάβεις να με δεις πριν χτυπήσω το κουδούνι και πάλι όταν φεύγω κρεμιέσαι απ΄τα κάγκελα και μου κουνάς το χέρι ώσπου να χαθώ στη γωνία, και σηκώνεις τον κόσμο στο πόδι όταν έρχομαι, και καλείς όλα τα παιδιά της γειτονιάς στο σπίτι, και τα κερνάς γλυκά και σοκολάτες στο πάρκο, κι όταν δε με παίζουν αυτά με παίζεις εσύ, και μου παραχωρείς πάντα μα πάντα τη θέση του συνοδηγού για να χορτάσω τον μπαμπά μου, και μου λες να μη λυπάμαι που φεύγω γιατί είναι ευτυχία να έχεις πολλά σπίτια και να μην κλαίω που θέλω μόνο το δικό σου, και να ντύνομαι καλά γιατί κυκλοφορεί ίωση, και να σκεπάζομαι καλά γιατί κάνει κρύο, και να μην ανοίγω σε κανέναν αν δε ρωτήσω ποιος είναι, και να μη φοβηθώ αν ξυπνήσω ένα πρωί κι εσύ δεν ξυπνήσεις, και να πάω να το πω στην κυρία Σοφία δίπλα κι αυτή θα ξέρει τι να κάνει, κι εγώ να γελάω και να σου ανταποδίδω ιστορίες τρόμου για τον Σκωτσέζο που κατάπιε τη γκάιντα.

Σήμερα φοράω το φουλ του θαλασσί για να εκτιμήσεις την πρόοδό μου, που είναι αναγκαία αλλά όχι επαρκής για να με ρίξει στο ροζ κουφετί. Αλλά εγώ ξύπνησα το πρωί κι εσύ δεν ξύπνησες. Και η κυρία Σοφία είναι ήδη εκεί και μου λέει ότι δεν έχει ξαναδεί τόσο θαλασσί σε κηδεία. Και μου χαμογελάς πλατιά.

12 Μαρ 2012

Ο επιμένων ελληνικά


Είχα μια κουβέντα τις προάλλες περί ανέμων και υδάτων και αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, το χιλιοειπωμένο "προτιμάτε ελληνικά προϊόντα, στηρίξτε την ελληνική οικονομία". Είναι μια ατάκα τόσο κλισέ και τόσο διαδεδομένη σε όλο το πολιτικό φάσμα (από βαθιά δεξιόστροφη, ξενοφοβική μερίδα μέχρι τον αριστερό εθνικό προστατευτισμό) που την έχω κατατάξει στο απόλυτο τίποτα. Έχω πολλές ακόμα στη συλλογή μου, όπως "είμαι κατά της βίας", "οι καλοί πεθαίνουν νέοι", και άλλα αποικιακά εδώδιμα. Τα κλισέ έναν ρόλο έχουν στη ζωή μας: να ερμηνεύονται κάθε φορά με τον τρόπο που μας βολεύει και ν'αποκτούν το περιεχόμενο που τους δίνουμε. Πλην όμως, όταν κάθεται η μπίλια στην κυρίαρχη ερμηνεία, το πράγμα σπάνια επιδέχεται εναλλακτική προσέγγιση. Όταν δλδ κάποιος δηλώνει εναντίον της βίας, δεν το κάνει επειδή έχει αναλύσει όλες τις μορφές βίας που υπάρχουν (σωματική, κοινωνική, πολιτική, ψυχολογική, κρατική, επαναστατική κλπ) για να καταλήξει στη συλλήβδην απόρριψή τους αλά Μαχάτμα Γκάντι, αλλά συνήθως αναπαράγει την αντιδραστική θέση, βάσει της οποίας νομιμοποιεί εν τοις πράγμασι μία συγκεκριμένη μορφή βίας, φορέας της οποίας είναι συνήθως το κράτος και οι/τα συν αυτώ.

Με τον ίδιο τρόπο, το κλισέ "προτιμάτε ελληνικά προϊόντα" σπάνια αποτελεί προϊόν βαθέος πολιτικού στοχασμού περί οικονομικού προστατευτισμού σε εθνικό ή/και ευρωπαϊκό επίπεδο. Συνήθως προτρέπει στο άδειασμα του κοντινότερου σούπερ-μάρκετ με κριτήρια αποκλειστικά εθνικά. Ποια σοκολάτα παράγεται στην Ελλάδα; Αυτήν και παίρνουμε για να πιάσουμε υψηλό σκορ στο ελληνόμετρο. Αν κάνεις και καμιά ερώτηση παραπάνω στον υπερασπιστή της θέσης αυτής, σου πετάει και μια μεγαλοπρεπή "εθνική αλληλεγγύη" και σε κάνει αλοιφή.

Να τη δεχτώ την αλληλεγγύη, αφού είναι άλλωστε η έννοια που χρειαζόμαστε πιο πολύ απ'οποιαδήποτε άλλη την εποχή αυτή. Ποια αλληλεγγύη όμως, σε ποιους ακριβώς και με ποιους όρους; Αδειάζοντας τα ράφια του σούπερ-μάρκετ με γνώμονα το εθνικό (ουχί ακαθάριστο) προϊόν, σ'αυτόν που σίγουρα δείχνεις αλληλεγγύη είναι στο βιομήχανο που το εκμεταλλεύεται. Ο παραγωγός κι ο εργάτης που δουλεύουν για να το παράγουν συχνά υποαμείβονται και ζουν μονίμως με το σηκωμένο αντίχειρα του ιδιοκτήτη πάνω απ'το κεφάλι τους, με την απειλή ότι αν ζητήσουν πιο αξιοπρεπείς απολαυές ή συνθήκες εργασίας, θα πάει τα κουβαδάκια του σε άλλη παραλία (πρώτα Βουλγαρία, μετά Κίνα και τέλος υποσαχάρεια Αφρική, κατά σειρά εμφανίσεως). Η δική σου συμμετοχή σ'αυτό το παιχνίδι δε, σε τίποτα δεν βοηθάει τον εν λόγω βιομήχανο να δείξει μεγαλοψυχία επειδή αυξάνονται τα κέρδη του με τη δική σου ταπεινή συνεισφορά. Πόσες ελληνικές εταιρίες έχουμε δει να κατανέμουν τα κέρδη στη βασική πηγή της ύπαρξής τους, στον παραγωγό και στον εργάτη; Προσωπικά δεν είχα την τύχη να γνωρίσω εργάτες και παραγωγούς που πλούτισαν επειδή τ'αφεντικά τους έκαναν χρυσές δουλειές. Αντίθετα, έχω δει πολλά αφεντικά, παρά τις κάθε χρόνο αυξημένες πωλήσεις τους εδώ, να φεύγουν ούτως ή άλλως για παραδείσους μακρινούς (ή όχι και τόσο), γιατί δεν είναι ηλίθιοι να πληρώνουν εδώ αξιοπρεπείς μισθούς τη στιγμή που στη Βουλγαρία θα παράγουν με υποπολλαπλάσιο κόστος.

Δεύτερον, το κλισέ "προτιμάτε ελληνικά" γίνεται η κολυμβήθρα του Σιλωάμ για οποιοδήποτε παράπτωμα της εταιρίας ή του προϊόντος. Το ελληνόσημο δλδ είναι ικανό να αντικαταστήσει ελέγχους ποιότητας, τιμών, διανομής, ανταγωνισμού και άλλα πολλά ων ουκ έστιν αριθμός. Με ένα απλό παράδειγμα, δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να προτιμώ την τάδε ελληνική βιομηχανία γάλακτος, όταν έχει βουίξει ο τόπος για τα μεταλλαγμένα που ταϊζει τα ζώα της. Θα μου πεις,η αντίστοιχη ιταλική δεν μπορεί να κάνει το ίδιο; Φυσικά και μπορεί, αλλά ας ορίσουμε το αγοραστικό μας κριτήριο με βάση την ποιότητα, τις τιμές, τις συνθήκες παραγωγής και τελευταία την προέλευση.

Και για να μην παρεξηγηθώ, δεν είμαι καθόλου εναντίον του Έλληνα παραγωγού, αγρότη, εργάτη κλπ. Υπέρ του είμαι, όπως και είμαι υπέρ όλων των άνωθι κατηγοριών πάσας εθνικότητας. Για να δείξω την αλληλεγγύη μου όμως, θα ψωνίσω από τον ίδιο αν μπορώ (βλ. επανάσταση της πατάτας στο Νευροκόπι), από το χωριό αν γίνεται (βλ. υγιείς συνεταιρισμούς), παρακάμπτοντας όχι μόνο τη μάστιγα των μεσαζόντων αλλά και τη μάστιγα των μεγάλων μονάδων παραγωγής που λειτουργούν με όρους ληστρικούς κι εκβιαστικούς, όχι επειδή είναι ελληνικές αλλά παρά το ότι είναι ελληνικές. Γιατί η μεγάλη παραγωγή δεν έχει πατρίδα και το αποδεικνύει περίτρανα σε καθημερινή βάση. Εμείς γιατί έχουμε κολλήσει;

13 Φεβ 2012

Σκόρπιες σκέψεις της επόμενης μέρας



1. Πολλοί ήμασταν εκεί και ζήσαμε επι τόπου αξέχαστες στιγμές ψεκάσματος, κυνηγητού, οδομαχιών και κατόπιν διασυρμού, συκοφάντησης και λιβελογραφημάτων. Όταν λέω πολλοί, εννοώ αμέτρητοι. Τόσο κόσμο είχα να δω από τους Αγανακτισμένους του Μαΐου-Ιουνίου.

2. Μου έκαναν εντύπωση οι οικογένειες. 20χρονοι που μπορεί να κατέβαιναν γενικά σε πορείες (ή και όχι) με τους γονείς τους, προσπαθούσαν να πάρουν ανάσα από τους συνεχείς ψεκασμούς και ρωτούσαν ταυτόχρονα μέσα από την κάπνα και τον αχό «Πού είναι η μαμά;».

3. Δεν ήμασταν προετοιμασμένοι γι’αυτό. Πήγαμε σαν σε σχολική εκδρομή. Χωρίς μαντήλια, μααλόξ, μάσκες και όλο τον υπόλοιπο εξοπλισμό. «Μια συγκέντρωση θα είναι», σκεφτήκαμε. Κούνια που μας κούναγε...

4. Ακούγαμε για πολύ κόσμο ήδη πριν τις 5. Πλησιάσαμε στο Σύνταγμα γύρω στις 5.30 μαζί με άπειρο κόσμο που κατέβαινε ανοργάνωτα, χωρίς μπλοκ και πανό. Δεν καταφέραμε να φτάσουμε. Λίγο μετά την Ομήρου μύρισε δακρυγόνο παντού και το πλήθος προέβη σε τακτική υποχώρηση από το Σύνταγμα. Το ιδιο κι εμείς. Όταν ηρέμησαν λίγο τα πράγματα, κατεβήκαμε την Αμερικής προς Σταδίου για να μπούμε στην πλατεία από κάτω. Μέχρι τη γωνία φτάσαμε. Ο κόσμος φώναζε «μας ψεκάζουν» και υποχωρούσε.

5. Θαύμασα την αυτοσυγκράτηση και την ψυχραιμία ενός πλήθους που πνιγόταν, καιγόταν, ψεκαζόταν σαν κατσαρίδα, αλλά δεν ποδοπατήθηκε, δε λιποψύχησε και τελικά δεν υποχώρησε. Σχεδόν συγκινητικές οι φωνές που έρχονταν από παντού «Δε φεύγουμε, δε θα φύγει κανείς». Οι πιο οργανωμένοι ψέκαζαν με μααλόξ τους πιο ανοργάνωτους και όλοι δίναμε κουράγιο ο ένας στον άλλον.

6. Κατάφεραν να μας απωθήσουν ως τα Προπύλαια, τόσο καπνό δεν είχα ξαναδεί, όλη η Πανεπιστημίου πεδίο μάχης. Μείναμε για πολλή ώρα με πολύ κόσμο Σίνα και Ακαδημίας κοιτάζοντας τον πόλεμο που μαινόταν στην Πανεπιστημίου. Πέτρες και μολότοφ απ’τη μια, χημικά και γκλομπ από την άλλη.

7. Και τότε συνέβη το ανεπανάληπτο: ο κόσμος φώναζε στους αμυνόμενους, ενθάρρυνε τις μολότοφ, έπαιρνε πέτρες να τους βοηθήσει. Το μόνο σύνθημα που άκουγα όλες τις ώρες «Μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι». Ούτε για μνημόνια, ούτε για Παπαδήμους, ούτε για μεσομακροπρόθεσμα.

8. Στις πορείς με ενοχλούν βαθιά οι μαλάκες που πάνε για να σπάσουν και να αποπροσανατολίσουν τους πάντες από την ουσία για να ασχολούμαστε μετά μόνο με τα «επεισόδια». Χθες για πρώτη φορά στα χρονικά ένιωσα αλληλεγγύη με τους αμυνόμενους (τους «μπαχαλάκηδες» των καναλιών) και ευχόμουν να τα σπάσουν όλα, να μη μείνει τίποτα όρθιο, να πάρουν το αίμα όλων μας πίσω. Δεν έχω ξαναδεί τόση βία, τόση απρόκλητη επιθετικότητα, τόσο μένος για τόσες ώρες συνεχόμενες από τα ΜΑΤ.

9. Χθες κατάφεραν να μετατρέψουν χιλιάδες πασιφιστές σε μπατσοθήρες, σε ανθρώπους έτοιμους να τα σπάσουν όλα για να δείξουν για μια φορά πόσο τους πνίγει ο καπνός, τα χημικά και το δίκιο. Λες κι η πέτρα που θέλαμε όλοι να πετάξουμε θα μπορούσε να χτυπήσει την καρδιά της εικονικής πραγματικότητας και να αποδείξει πόσοι, πώς και γιατί ήμασταν εκεί. Από μια άποψη, το λες κι επιτυχία.

*Αφιερωμένο στη Μπουρμπουλήθρα που μου θύμισε από μακριά ότι η χθεσινή μέρα δεν είχε μόνο μαυρίλα.

9 Ιαν 2012

Δολοφονίες ελληνικών


Μέσα στις γιορτές, που ο κόσμος παραδοσιακά χαλαρώνει, βρήκα την ευκαιρία να διαβάσω λίγο περισσότερο από το συνηθισμένο. Έπεσε στα χέρια μου, μεταξύ άλλων, και το βιβλίο του Μεχμέτ Μουράτ Σομέρ, «Δολοφονίες Προφητών», εκδόσεις Πατάκη, σε μετάφραση από τα τουρκικά της Ιώς Τσοκώνα. Δεν πρόκειται για κάποιο αριστούργημα της τουρκικής λογοτεχνίας, ένα ευχάριστο αστυνομικό μυθιστόρημα είναι. Οπότε δεν θα το σύστηνα για άλλο λόγο πέρα από το ότι υπό κανονικές συνθήκες θα αποτελούσε ένα συμπαθές και ελαφρύ αστυνομικό ανάγνωσμα. Όμως ούτε καν γι’αυτό μπορώ να το συστήσω. Μέσα στις 277 σελίδες του έχει τόσα λάθη ελληνικών που είναι σχεδόν αδύνατο να πιστέψει άνθρωπος ότι το βιβλίο αυτό το είδε, εκτός από το google translate, και ανθρώπου μάτι, παρόλο που στην αρχή μας λέει ότι έχει περάσει και από διόρθωση. Η τυπική διόρθωση βέβαια δεν συμπεριλαμβάνει τη γλωσσική επιμέλεια, αλλά και πάλι δεν νοείται έκδοση βιβλίου με τόσα γλωσσικά λάθη. Δεν ξέρω πόσο ασύμφορο είναι να περάσει ένα βιβλίο και γλωσσική επιμέλεια, εγώ παραθέτω κάποια παραδείγματα και κρίνετέ το εσείς. Επεξηγώ μόνο τα σημεία που νομίζω ότι δεν βγάζουν νόημα για μη τουρκόφωνους.

Κάνοντας τρεις επιτυχίες, κατέβηκε στον κοσμάκη, ενώ αργότερα επανήλθε στην υψηλή κοινωνία όπου και ανήκε. (σ. 14)

[...]αργούσε πολύ για να αρχίσει. (σ.18)

Πολλές φορές μάλιστα κατορθώνω να απογειωθώ στο ύψος του κεφαλιού του αντιπάλου, με αποτέλεσμα να του τα χώνω στη μούρη. (σ.25) Προφανώς εννοεί ότι μπορεί να κλοτσάει τον αντίπαλο στο πρόσωπο.

[...]δεν αφιερώνω καθόλου χρόνο για την εμφάνισή μου (σ. 25)

Αυτή είναι βέβαια η δουλειά του, να ελέγχει όσους μπαίνουν στο μαγαζί, εγώ όμως είμαι το αφεντικό και δικαιούμαι έξτρα συμπεριφορά. (σ. 28) Ίσως και έξτρα πατατάκια.

Πώς πας ν’ακούσεις ζωντανή μουσική; Έτσι πας να δεις και τραβεστί life. (σ. 42) Υποψιάζομαι ότι το πρωτότυπο γράφει live ή canlı στα τουρκικά.

Άλλαξα το κάθισμά μου και πήρα μια πιο μοιραία πόζα. (σ. 51)

«Να πάρουμε ένα απ’το ένα κι ένα απ’το άλλο και να τα μοιραστούμε», είπε. «Έτσι δεν θα μένει το μάτι του ενός στο φαγητό του άλλου». (σ. 65) Τουρκισμός, εννοεί «έτσι δεν θα λιμπιστούμε/ζηλεύουμε ο ένας το πιάτο που παρήγγειλε ο άλλος».

«Λέω να ξεκινήσω με το νερουλό. Το ξερό θα το φάω καπάκι» (σ. 67) Φαντάζομαι ότι αυτό που μεταφράζει νερουλό είναι το τουρκικό sulu που κατά λέξη είναι ο νερουλός, για φαγητο όμως σημαίνει μαγειρευτό. Σε γενικές γραμμές το αντίθετο του ψητού (αυτού που μεταφράζει ξερό). Λέω φαντάζομαι, γιατί δεν έχω το πρωτότυπο στα χέρια μου.

Δε μου αρέσει να με πιάνουν απ’τη μούρη. (σ. 72)

[...]το σπίτι της ήταν στο Τζιχανγκίρ. Για την ακρίβεια στο Σιρασελβιλέρ. (σ. 12) Το Τζιχαγκίρ είναι πράγματι περιοχή, αλλά η Σιρασελβιλέρ δρόμος. Θα ήταν σα να λέγαγαμε «το σπίτι της ήταν στο κέντρο, στο Πανεπιστημίου».

Πήρα αμέσως τον Χασάν, ο οποίος, όπως είπαμε, εκτελεί καθήκοντα ληξιαρχείου. (σ. 79)

«Μαμά, μπορείς να μας φτιάξεις τσάι; Αν έχεις, φέρε και λίγους κουραμπιέδες». (σ. 86) Αυτό το λέει ένας φανατικός ισλαμιστής στη μαμά του, ο οποίος δεν γιορτάζει φυσικά Χριστούγεννα, απλώς ζητάει λίγα μπισκότα. Κουραμπιές στα τουρκικά είναι γενικά το μπισκότο.

Να, απ’αυτούς τους τελευταίους φοβάμαι. (σ. 93) Το ρήμα «φοβάμαι» συντάσσεται στα τουρκικά με αφαιρετική πτώση (φοβάμαι από κάτι), σε αντίθεση με τα ελληνικά.

Σε γενικές γραμμές τα κορίτσια, παρ’ότι σκοτώνονται μεταξύ τους, καταφέρνουν να αλληλοσυμπαραστέκονται σε ώρα ανάγκης. (σ. 107)

Είχε ωραίο πρόσωπο, αλλά ήταν υπερβολικά αγράμματη. (σ. 108)

Δύσκολα ξημερώθηκα. (σ. 122) Τουρκισμός. Εννοεί «δύσκολα έβγαλα τη νύχτα».

Έπρεπε να ρωτήσω σε κάποιον ειδικό. (σ. 130) Το ρήμα «ρωτώ» στα τουρκικά συντάσσεται με δοτική.

«Ο τύπος ήθελε να το δώσει! Εμένα όμως δε μου αρέσουν αυτά...[...] «Πήξαμε στους ανώμαλους. Τώρα τελευταία βγήκαν κι αυτοί που ντε και καλά θέλουν να το δώσουν σε εμάς. Αφού έχουν τέτοια καΐλα, γιατί δε βρίσκουν κανέναν μπρατσαρά να το ευχαριστηθούν κιόλας; Τι δουλειά έχω εγώ να πηδάω άντρες;» (σ. 138) Συνομιλία δύο τραβεστί. Αν δεν σας βγάζει νόημα ο διάλογος ξαναδιαβάστε τον αντικαθιστώντας το ρήμα δίνω με το ρήμα παίρνω. Στα τουρκικά «göt vermek» σημαίνει «δίνω κώλο» ή ελληνιστί «τον παίρνω». Το εντελώς αντίθετο δηλαδή.

Δυο μήνες κυνηγώ αυτή τη δουλειά και μόλις την έδεσα. (σ. 157)

Ο Αλί δε φαινόταν στη μέση. (σ. 200) Τουρκισμός. Εννοεί ότι ο Αλί ήταν άφαντος.

[Είχε] ένα καθιστικό, ένα υπνοδωμάτιο, μια κουζίνα που έβγαινε στη βεράντα. (σ. 242)

Από πού μας βγήκε κι αυτός; (σ. 257) Τουρκισμός. Εννοεί «από πού ξεφύτρωσε αυτός;»

Δεν έχουμε κρυφά ο ένας απ΄τον άλλο. (σ. 257)

Παρέθεσα μόνο κάποια παραδείγματα από ένα βιβλίο διάσπαρτο με τουρκισμούς, μεταφραστικά και εκφραστικά λάθη. Δεν ξέρω ποιος είναι υπεύθυνος και κυρίως δεν ξέρω καθόλου πώς λειτουργούν οι εκδόσεις Πατάκη, αλλά νομίζω ότι παρόλο που η μετάφραση/διόρθωση/επιμέλεια είναι δουλειά ομολογουμένως δύσκολη και συχνά κακοπληρωμένη, η προχειρότητα δεν μπορεί να δικαιολογηθεί, πολλώ δε μάλλον να θεωρηθεί αρετή.